- προστάτην
- προστά̱την , προίστημιset beforeaor ind act 3rd dual (doric)προστάτηςone who stands beforemasc acc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προστάτης — Αδενομυϊκό όργανο που ανήκει στο γεννητικό σύστημα του άνδρα· έχει σχήμα και διαστάσεις κάστανου, βρίσκετα κάτω από την ουροδόχο κύστη και περιβάλλει το αρχικό τμήμα της ουρήθρας. Οι αδένες του π. εκκρίνουν ένα γαλακτώδες υγρό, που έχει την… … Dictionary of Greek
ВАРФОЛОМЕЙ — [арам. ; греч. Βαρθολομαῖος], ап. от 12 (см. ст. Апостолы) (пам. 22 апреля, 11 июня, 25 авг. и 30 июня в Соборе 12 апостолов). В Новом Завете В. упоминается только в 4 списках 12 учеников Иисуса Христа (Мф 10. 3; Мк 3. 18; Лк 6. 14; Деян 1. 13).… … Православная энциклопедия
επιμέλεια — η (AM ἐπιμέλεια) [επιμελής] 1. φροντίδα, ενδιαφέρον, μέριμνα (α. «τὴν τοῡ ναυτικοῡ ἐπιμέλειαν», Θουκ. β. «τῆς πρὸς τοὺς θεοὺς ἐπιμελείας προστάτην ἐσόμενον», Δημοσθ.) 2. ζήλος, εργατικότητα («ἐδειξε μεγάλη επιμέλεια στη διάρκεια τής φετινής… … Dictionary of Greek